Για
τα αρχαία ελαιοπιεστήρια της Λέσβου
Ο
μονόλιθος της Κώμης Λέσβου
Ο ποιο
διαδεδομένος κατά την αρχαιότητα
μηχανισμός για να συμπιεστούν οι
αλεσμένες ελιές και να βγει το λάδι ήταν
το πιεστήριο με μοχλό. Ένα δοκάρι μήκους
περίπου 6 μέτρων είχε στερεωμένη την
μια του άκρη σε ακλόνητο σημείο ενώ η
άλλη άκρη του έλκονταν προς τα κάτω με
κάποιο μηχανισμό. Κάτω από το δοκάρι
ήταν τοποθετημένες οι αλεσμένες ελιές.
Καθώς αυτό έλκονταν προς τα κάτω τις
συμπίεζε. Σε παλιότερες εποχές κρεμούσαν
στο ελεύθερο άκρο του δοκαριού βαριές
πέτρες. Τότε είχαμε το ελαιοπιεστήριο
με μοχλό και βάρος. Αργότερα το ελεύθερο
άκρο του έλκονταν προς τα κάτω με στρόφαλο
ο οποίος ήταν στερεωμένος σε ογκώδη
μονόλιθο. Αυτό ήταν το ελαιοπιεστήριο
με μοχλό και στρόφαλο (εικ.1)1.
Τέλος όταν ανακαλύφθηκε ο ξύλινος κοχλίας ο στρόφαλος αντικαταστάθηκε από κοχλία. Αυτό ήταν το ελαιοπιεστήριο με μοχλό και κοχλία.
Στα
ελαιοπιεστήρια με μοχλό και στρόφαλο
υπήρχαν διάφοροι τρόποι στερέωσης του
στρόφαλου. Σε κάποια από αυτά στερεωνόταν
σε ογκώδη μονόλιθο. Στη Λέσβο έχει
εντοπιστεί και καταγραφή ένας πολύ
μεγάλος αριθμός τέτοιων μονόλιθων
γεγονός που μας κάνει να πιστεύουμε ότι
επικρατούσε αυτός ο τρόπος στερέωσης.
Έχουν σχήμα ορθογώνιου παραλληλεπίπεδου.
Στους μονόλιθους τύπου Α1 και Α2 της λεσβιακής τυπολογίας υπάρχει στην κάθε μια από τις δυο αντικριστές στενές έδρες τους λαξευμένη εγκοπή η οποία κατευθύνεται κατακόρυφα από την επάνω επιφάνεια τους μέχρι κάποια απόσταση από την βάση τους (εικ.2). Στους μονόλιθους τύπου Α2 υπάρχει επιπλέον λαξευμένη στην επάνω επιφάνεια τους αυλακιά που συνδέει τις δυο εγκοπές. Στους μονόλιθους τύπου Β1 και Β2 της λεσβιακής τυπολογίας οι εγκοπές των στενών εδρών εκτείνονται σε όλο το ύψος τους (εικ. 3). Στην επάνω επιφάνεια των μονόλιθων τύπου Β2 υπάρχει επίσης η αυλακιά που συνδέει τις δυο εγκοπές (εικ. 3). Στις πλαϊνές εγκοπές προσάρμοζαν κοντά κατακόρυφα ξύλινα δοκάρια τα οποία είχαν κατάλληλες υποδοχές μέσα στις οποίες περιστρεφόταν ο οριζόντιος στρόφαλος. Οι πλαϊνές εγκοπές και στους δυο τύπους μονόλιθων είναι στενότερες στο επάνω μέρος τους και φαρδύτερες στο κάτω. Με τον τρόπο αυτό λάξευσης είναι αδύνατη η προς τα επάνω μετακίνηση των κατακόρυφων δοκαριών προς την κατεύθυνση δηλαδή που ασκούνταν μεγάλη αντίδραση από το οριζόντιο δοκάρι. Στην αυλακιά που υπάρχει στην επάνω επιφάνεια των τύπων Α2 και Β2 τοποθετούσαν σύνδεσμο ο οποίος διαπερνούσε τα δυο κατακόρυφα ξύλινα δοκάρια με σκοπό να τα σταθεροποιεί στη θέση τους, εμποδίζοντας τα να βγουν από τις πλαϊνές εγκοπές κατά την οριζόντια κατεύθυνση.
Στους μονόλιθους τύπου Α1 και Α2 της λεσβιακής τυπολογίας υπάρχει στην κάθε μια από τις δυο αντικριστές στενές έδρες τους λαξευμένη εγκοπή η οποία κατευθύνεται κατακόρυφα από την επάνω επιφάνεια τους μέχρι κάποια απόσταση από την βάση τους (εικ.2). Στους μονόλιθους τύπου Α2 υπάρχει επιπλέον λαξευμένη στην επάνω επιφάνεια τους αυλακιά που συνδέει τις δυο εγκοπές. Στους μονόλιθους τύπου Β1 και Β2 της λεσβιακής τυπολογίας οι εγκοπές των στενών εδρών εκτείνονται σε όλο το ύψος τους (εικ. 3). Στην επάνω επιφάνεια των μονόλιθων τύπου Β2 υπάρχει επίσης η αυλακιά που συνδέει τις δυο εγκοπές (εικ. 3). Στις πλαϊνές εγκοπές προσάρμοζαν κοντά κατακόρυφα ξύλινα δοκάρια τα οποία είχαν κατάλληλες υποδοχές μέσα στις οποίες περιστρεφόταν ο οριζόντιος στρόφαλος. Οι πλαϊνές εγκοπές και στους δυο τύπους μονόλιθων είναι στενότερες στο επάνω μέρος τους και φαρδύτερες στο κάτω. Με τον τρόπο αυτό λάξευσης είναι αδύνατη η προς τα επάνω μετακίνηση των κατακόρυφων δοκαριών προς την κατεύθυνση δηλαδή που ασκούνταν μεγάλη αντίδραση από το οριζόντιο δοκάρι. Στην αυλακιά που υπάρχει στην επάνω επιφάνεια των τύπων Α2 και Β2 τοποθετούσαν σύνδεσμο ο οποίος διαπερνούσε τα δυο κατακόρυφα ξύλινα δοκάρια με σκοπό να τα σταθεροποιεί στη θέση τους, εμποδίζοντας τα να βγουν από τις πλαϊνές εγκοπές κατά την οριζόντια κατεύθυνση.
Στα
ελαιοπιεστήρια με μοχλό και στρόφαλο
χρησιμοποιήθηκε και ένας άλλος τύπος
μονόλιθου χαρακτηριστικός της Ελληνιστικής
περιόδου2.
Δεν έχει τις χαρακτηριστικές εγκοπές
στις δυο του πλευρές αλλά στην επάνω
επιφάνεια του έχει δυο βυθίσματα
ορθογωνικής διατομής στα οποία
προσαρμόζονταν τα δυο κατακόρυφα δοκάρια
που είχαν τις κατάλληλες υποδοχές για
να περιστρέφεται ο στρόφαλος. Καθώς δεν
υπάρχει δυνατότητα να στερεωθούν τα
κατακόρυφα αυτά δοκάρια στα δυο
βυθίσματα, για να μην μετακινηθούν προς
τα επάνω στερεώνονταν σε δοκάρια της
οροφής. Άρα ο τύπος αυτός μονόλιθου
χρησιμοποιήθηκε σε στεγασμένα
ελαιουργεία. Ο τύπος αυτός ήταν άγνωστος
μέχρι τώρα στη Λέσβο αλλά ήταν γνωστός
σε άλλες περιοχές της Ελλάδας και της
μεσογείου. Πρόσφατα (2015) εντοπίστηκε σε
αγροτική περιοχή του χωριού Κώμη της
Λέσβου και μεταφέρθηκε στην πλατεία
του χωριού ογκόλιθος ασβεστόλιθου που
έχει μήκος 108
εκ., πλάτος 68
εκ. και ύψος
70 εκ.
(εικ.4). Στην επάνω επιφάνειά του έχει
βυθίσματα ορθογωνικής διατομής μήκους
18
εκ.,
πλάτους 10
εκ.
και βάθους 11
εκ.
Η απόσταση μεταξύ των βυθισμάτων είναι
47
εκ.
Οι διαστάσεις τόσο του ογκόλιθου όσο
και των βυθισμάτων είναι όμοιες με
εκείνες μονόλιθων που έχουν εντοπιστεί
σε ελαιουργεία που ανασκάφτηκαν σε
διάφορες περιοχές της Μεσογείου.
Πιστεύουμε ότι προέρχεται από πιεστήριο
με μοχλό και στρόφαλο Ελληνιστικής
περιόδου. Αλλά αυτό δεν είναι παρά μια
υπόθεση αφού ο μονόλιθος αυτός βρέθηκε
επιφανειακά και στην γύρω περιοχή δεν
υπάρχουν άλλα στοιχεία ελαιοπιεστήριου
ή ελαιόμυλου. Επίσης καθώς τα πιεστήρια
αυτά χρησιμοποιήθηκαν τόσο για την
συμπίεση του ελαιοπολτού όσο και την
συμπίεση των τσάμπουρων των σταφυλιών
στα πατητήρια δεν μπορούμε να είμαστε
σίγουροι ποια από τις δυο αυτές χρήσεις
ήταν και η χρήση του πιεστήριου από το
οποίο προέρχεται
αυτός ο μονόλιθος.
2.
Σοφοκλής Χατζησάββας, Η ελιά
και το λάδι στον αρχαίο Ελληνικό κόσμο,
Πολιτιστικό Ίδρυμα Ομίλου Πειραιώς,
2008, σελ. 89.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου