Το Μουσείο Ελιάς Κυκλάδων
Στην Άνδρο το
δένδρο της ελιάς ονομάζεται το «λάινο» και η αγριελιά ο «κόσινας» ή το
«κοσίνι». Το λάινο προέρχεται από το ομηρικό «ελάινο», που είναι το ξύλο της
ελιάς και το κοσίνι προέρχεται από τον «κότινο», που είναι το στεφάνι από
αγριελιά, έπαθλο των αγώνων. Η επιβίωση αυτών των δύο λέξεων μαζί στην Άνδρο
κάνουν την ασήμαντη, κατά τα άλλα, καλλιέργεια της ελιάς στο νησί να είναι
εξαιρετικά σημαντική για την συνέχεια του πολιτισμού μας.
Η καλλιέργεια
της ελιάς στην Άνδρο ήταν πάντα μικρή και κάλυπτε μόνο της ανάγκες διατροφής των
κατοίκων. Όταν κάποιες χρονιές υπήρχε μεγάλη «λαδιά» γίνονταν εξαγωγή αλλά σε
πολύ μικρές ποσότητες. Για την κατεργασία του καρπού της ελιάς υπήρχαν 84
ζωοκίνητα ελαιοτριβεία τα οποία ονόμαζαν «λιοτρίβεια» οι «βίδες» εξαιτίας της
σιδερένιας βίδας του ελαιοπιεστηρίου. Πολλές από αυτές τις οικοτεχνικές μονάδες
λειτουργούσαν μέχρι την δεκαετία του ’60 και εξυπηρετούσαν την μικρή τοπική
αγορά. Ο οικισμός Πιτροφός είχε 4 βίδες. Μια από της 4 αυτές, στον Άνω Πιτροφό μετατράπηκε στο Μουσείο Ελιάς Κυκλάδων.
Το
διώροφο κτίριο του μουσείου αποτελεί εξαίρετο δείγμα αγροτικής κληρονομιάς,
προβιομηχανικής τεχνολογίας και αρχιτεκτονικής κληρονομιάς. Ευρίσκεται
μέσα στον οικισμό Άνω Πιτροφός, επί της πανέμορφης πεζοπορικής διαδρομής με
αριθμό 9 (η λεγόμενη «φαρδιά στράτα» που διέσχιζε κατά μήκος το νησί). Είναι
προσβάσιμο και με αυτοκίνητο. Σημαντικό τμήμα του ισογείου, του «κατωγιού», αποτελούσε το
λιοτρίβι (φωτ.1)
|
φωτ.1 Άποψη του εσωτερικού της βίδας |
ενώ στον όροφο αναπτύσσεται η κατοικία του «βιδάτορα» ή
«λιοτριβιάρη. Στοιχεία που μελετήθηκαν (τρία βόλια, δύο πλάκες αλέσματος, δύο
ξύλινοι εργάτες, αλλά και άλλα κατασκευαστικά στοιχεία του κτιρίου)
αποδεικνύουν ότι η ηλικία του φθάνει περίπου το 1600 που θεωρείται σαν έτος
έναρξης δημιουργίας του οικισμού Πιτροφός. Είναι γνωστό με την επωνυμία
«Δεσποτικόν» καθώς το 1823 στην κατοικία έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του
ο εκ Πιτροφού καταγόμενος και συγγενής των τότε ιδιοκτητών μητροπολίτης Βάρνης (πόλη της σημερινής Βουλγαρίας)
Φιλόθεος Καρκάκης. Το 1955 η Διαμάντω, χήρα τότε του Σταμάτη Μηλέου, το πούλησε
στο Μιλτιάδη Γονέο, ναυτικό, ο οποίος το λειτούργησε μέχρι το θάνατο του το
Γενάρη του 1963. Η χήρα του, Ελισάβετ Γονέου συνέχισε για 4 ακόμα χρόνια τη
λειτουργία του λιοτριβιού έως το 1967, οπότε διεκόπη οριστικά. Έκτοτε ο χώρος
χρησιμοποιήθηκε σαν αποθήκη από συγγενικά της πρόσωπα. Το 1997 ολόκληρο το κτίριο
(κατοικία και λιοτρίβι) αγοράστηκε από τον Ανδριώτη πολιτικό μηχανικό Δημήτρη
Χέλμη ο οποίος κατάγεται από τον Πιτροφό.
Ο Δ. Χέλμης
διαμόρφωσε το ισόγειο όπου βρίσκεται το παλαιό λιοτρίβι που διασώζει ολόκληρο
τον εξοπλισμό του σε επισκέψιμο μουσειακό χώρο ως Μουσείο Ελιάς Κυκλάδων. Ο
επισκέπτης σήμερα μπορεί να δει από κοντά ένα τυπικό δείγμα μιας καλά σωζόμενης
μικρής προβιομηχανικής τεχνολογίας ελαιοπαραγωγική μονάδα. Παρακολουθώντας
σχετικό βίντεο από την διαδικασία της ζωοκίνητης λιοτρίβισης που έγινε στο χώρο
του μουσείου το έτος 2000 μπορεί να γνωρίσει καλύτερα τη λειτουργία μιας παραδοσιακής μορφής
οικοτεχνίας.
|
φωτ.2 Ο μύλος |
Για να αλέσουν τις ελιές τις έριχναν
στην «πλάκα», μια επίπεδη στρογγυλή πέτρα η οποία περιβαλλόταν από μεταλλικό
έλασμα ώστε να σχηματιστεί ρηχή λεκάνη (φωτ. 2). Επάνω στην πλάκα περιστρεφόταν
μυλόπετρα που είχε σχήμα κόλουρου κώνου και ονομαζόταν «βόλι». Στο κέντρο της
πλάκας υπάρχει σταθεροποιημένος κατακόρυφος μεταλλικός άξονας. Το βόλι μαζί με
το ξύλινο πλαίσιο που το περιβάλει περιστρεφόταν γύρω από αυτόν τον άξονα ο
οποίος όμως ήταν ακίνητος. Ο ελαιοπολτός το «χαμούρι» στον οποίο μετατρέπονταν
οι ελιές με την άλεση συμπιεζόταν στη «βίδα» για να βγει το λάδι. Εδώ έχουμε
μια μεταλλική βίδα (φωτ.3) που έχει κατασκευαστεί στο ΜΗΧΑΝΟΥΡΓΕΙΟΝ. Σ.Ν.
|
φωτ.3 Η βίδα |
ΠΕΡΑΚΗ. ΕΝ ΠΕΙΡΑΙΕΙ (φωτ.4). Με τον εργάτη αυξανόταν η πίεση που
ασκούσε η βίδα στις αλεσμένες ελιές (φωτ. 5).
|
φωτ.4 Το μηχανουργείο κατασκευής της βίδας |
|
φωτ.5 Ο εργάτης |
Δίπλα στον μύλο με μια πλατιά πέτρα προσαρμοσμένη σε κατακόρυφη θέση στη γωνία μεταξύ δυο τοίχων σχηματίζεται χώρος που ονομάζεται "αμπάρι". Εδώ, έριχναν χύμα τις ελιές που έφερνε ο παραγωγός για να αλεστούν. Στη συνέχεια τις μετέφεραν λίγες-λίγες με το "καυκί" στον μύλο. Υπάρχουν δυο τέτοια αμπάρια. Παλιότερα στις
βίδες της Άνδρου μετρούσαν το λάδι με το μικρό
|
φωτ.6 Το αμπάρι |
και το μεγάλο "μπότη". Τα δυο αυτά δοχεία ήταν
πήλινα και είχαν το ίδιο σχήμα αλλά διαφορετικό μέγεθος. Ο μικρός
"μπότης" (φωτ.7) χωρούσε 1,5 οκά λάδι ενώ ο μεγάλος 3 οκάδες.
Αργότερα χρησιμοποιούσαν την
"οκά" (φωτ.8) η οποία χωρούσε μια οκά λάδι και
|
φωτ.7 Ο μικρός μπότης |
την "μισή
οκά" η οποία χωρούσε μισή οκά λάδι. Και τα δυο ήταν μεταλλικά είχαν το ίδιο
|
φωτ.8 Η οκά |
σχήμα αλλά φυσικά η
μισή οκά ήταν μικρότερη σε μέγεθος.
|
φωτ.9 Άποψη από το σωτεριό της βίδας |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου